Τρίτη 10 Δεκεμβρίου 2019

Οι υπουργικές εξαγγελίες και ο βαθύς ύπνος της ΟΛΜΕ...

Υπουργός και υφυπουργός Παιδείας, με απανωτές τους δηλώσεις και συνεντεύξεις τις τελευταίες ημέρες, ανακοινώνουν τα μέτρα που πρόκειται να φέρουν προς ψήφιση στη Βουλή γύρω από τα θέματα της εκπαίδευσης, μέτρα που στο σύνολό τους αποτελούν αντιγραφή της παλιότερης, αποτυχημένης -λόγω της σφοδρής αντίδρασης των εκπαιδευτικών- προσπάθειας του Αρβανιτόπουλου, και μάλιστα στην πιο σκληρή της έκδοση.
Έτσι, η υφυπουργός, υπέρμαχος της «αριστείας», δηλώνει ότι αποτελεί πρόβλημα ο υψηλός αριθμός αριστούχων μαθητών στα δημόσια σχολεία (παραβλέποντας, βέβαια, ότι την ίδια ώρα από τα ιδιωτικά αποφοιτούν όλοι σχεδόν με άριστα) και για αυτό θα «τιμωρήσει», αρχικά με επιμόρφωση(!), τους εκπαιδευτικούς που μοιράζουν απλόχερα το «άριστα». Με το επιχείρημα αυτό ως δικαιολογία εξήγγειλε την πιο σκληρή μορφή αξιολόγησης των εκπαιδευτικών: ο εκπαιδευτικός θα αξιολογείται από τις επιδόσεις των μαθητών του! Τι κι αν η επίδοση των μαθητών, σύμφωνα με την ίδια την παιδαγωγική επιστήμη, συνδέεται στενότατα με το κοινωνικό-οικονομικό περιβάλλον από το οποίο προέρχονται και ζουν, τι κι αν κάποιοι μαθητές μετακινούνται χιλιόμετρα καθημερινά για την πολυπόθητη γνώση, τι κι αν η ίδια η πολιτεία αφήνει σχολεία χωρίς εκπαιδευτικούς μέχρι τα Χριστούγεννα, τι κι αν η ενισχυτική διδασκαλία - απαραίτητη για τα παιδιά που δεν μπορούν να καταφύγουν σε εξωτερική βοήθεια προκειμένου να ανταποκριθούν στα ιδιαίτερα απαιτητικά θέματα των πανελλαδικών εξετάσεων - είναι ανύπαρκτη! Η κατάσταση, λοιπόν, ενός ολόκληρου συστήματος -σύμφωνα με την κλασική δεξιά αντίληψη- χρεώνεται στον εργαζόμενο, και μάλιστα κρίνοντας από το αν έβαλε 8, 9 ή 20...
Όμως με όσα σαθρά επιχειρήματα και αν προσπαθήσει το υπουργείο να δικαιολογήσει τις επιλογές του η αλήθεια είναι μία: η προωθούμενη διάταξη, η σύνδεση δηλαδή της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού με τις επιδόσεις των μαθητών είναι μια βαθιά νεοφιλελεύθερη πολιτική, απόλυτα σύμφωνη με τις επιταγές του ΟΟΣΑ (φιγουράρει άλλωστε στις μέχρι τώρα εκθέσεις του), μια πολιτική η οποία όπου εφαρμόστηκε (πχ ΕΠΑ) αποτέλεσε εργαλείο για τη διάλυση της δημόσιας εκπαίδευσης . Τη σύνδεση επιδόσεων - αξιολόγησης ακολουθεί και η άμεση σύνδεση με τη χρηματοδότηση. Έτσι τα σχολεία με τις «καλές επιδόσεις» και τις αντίστοιχες «καλές αξιολογήσεις των εκπαιδευτικών» θα παίρνουν περισσότερα κονδύλια ενώ τα «κακά σχολεία» θα υποχρηματοδοτούνται, θα φυτοζωούν και σταδιακά θα κλείσουν, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για μαθητές και εκπαιδευτικούς.
Στο ίδιο αποτέλεσμα αποσκοπεί και η άλλη εξαγγελία της υπουργού -την οποία βέβαια οφείλουμε να υπενθυμίσουμε ότι είχε προετοιμάσει- ψηφίσει η προηγούμενη κυβέρνηση, η αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας. Τα «καλά σχολεία» θα «τρέχουν προγράμματα» , θα οργανώνουν «καινοτόμες δράσεις», θα αξιολογούν το ένα το άλλο (κάπου ανάμεσα σε όλα αυτά ίσως να προλαβαίνουν να κάνουν και λίγο μάθημα, αλλά ποιος νοιάζεται αφού οι ΜΚΟ θα ενημερώνουν τους μαθητές για τα πάντα...).Τα «κατώτερα» σχολεία και κυρίως εκείνα των οποίων οι εκπαιδευτικοί δεν μπορούν να αντιληφθούν τον σημαντικό ρόλο των «δράσεων» και των ΜΚΟ στην εκπαιδευτική διαδικασία θα υποβαθμίζονται και θα κατασυκοφαντούνται.
Αλλά η αξιολόγηση/αυτοαξιολόγηση δεν είναι είναι τα μόνα ανησυχητικά στις εξαγγελίες της κυβέρνησης. Η υπουργός μίλησε  αφενός για «την προσθήκη νέων θεματικών στο σχολικό πρόγραμμα,   όπως ο εθελοντισμός, η επιχειρηματικότητα, η σεξουαλική αγωγή, η καταπολέμηση των εξαρτήσεων» και αφετέρου για «την αναμόρφωση των ήδη υπαρχόντων σχολικών προγραμμάτων» . Αλήθεια τι σημαίνει αυτό; Θα αφαιρεθούν μαθήματα και θα προστεθούν άλλα και αν ναι, ποια είναι αυτά τα μαθήματα και με ποιο κριτήριο θα γίνει η αντικατάστασή τους; Θα προστεθούν ώρες; Πού; Στο ήδη βεβαρημένο πρόγραμμα των μαθητών; Μήπως το κριτήριο για όλες αυτές τις αλλαγές είναι η έλλειψη ή η περίσσεια προσωπικού και ειδικοτήτων και όχι οι ανάγκες των μαθητών;
Τέλος, μια εξαγγελία φάντασμα από το παρελθόν, ένα μέτρο που σύσσωμη η εκπαιδευτική κοινότητα είχε καταδικάσει, έρχεται να δώσει ένα ακόμη χτύπημα στη δημόσια εκπαίδευση. Ο λόγος φυσικά για την πολυμίσητη τράπεζα θεμάτων, ένα θεσμό που στερεί από την εκπαιδευτική διαδικασία ακόμη και αυτά τα ελάχιστα ίχνη δημιουργικότητας και φαντασίας που έχουν απομείνει. Έτσι, για να εισαχθεί πλέον ένας μαθητής στα ΑΕΙ της χώρας θα πρέπει πρώτα να επιβιώσει εντός του σχολείου, περνώντας μέσα από διαδοχικές συμπληγάδες εξετάσεων και σκληρού ανταγωνισμού.



Το μήνυμα είναι καθαρό: Παιδιά από φτωχές οικογένειες, που σήμερα μετρώνται σε εκατοντάδες χιλιάδες, δεν μπορεί να τρέφουν όνειρα για σπουδές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η Τράπεζα θ(υ)μάτων είχε ως αποτέλεσμα το 2014 που εφαρμόστηκε την παραπομπή του 20% των μαθητών της Α΄ Λυκείου για το Σεπτέμβριο
Και η ΟΛΜΕ; Καλά για το ξεγύμνωμα και τον εξευτελισμό των νεολαίων που διαμαρτύρονταν και την άγρια καταστολή των τελευταίων ημερών δε βρήκε να πει τίποτε, αλλά ούτε και για θέματα τόσο σημαντικά για τον κλάδο έχει να πει κάτι; Δεν γνωρίζει την κατάσταση η πλειοψηφία του ΔΣ; Περιμένει τις επίσημες εξαγγελίες; Μα πόσο πιο επίσημες πια από τα χείλη της υπουργού και της υφυπουργού που τα ανακοινώνουν όπου σταθούν και όπου βρεθούν! Κρύβονται; Συναλλάσσονται; Δε φτάνει που ΔΑΚΕ-ΣΥΝΕΚ-ΠΕΚ αρνήθηκαν να ψηφίσουν την ΑΠΕΡΓΙΑ-ΑΠΟΧΗ από την αυτοαξιολόγηση στο συνέδριο της ΟΛΜΕ, δε φτάνει που επιχείρησαν να στρώσουν το έδαφος στην υπουργό προτείνοντας ως αίτημα του κλάδου - άκουσον, άκουσον! - την αυτοαξιολόγηση, δε φτάνει που τα μάζεψαν και έφυγαν στη ΓΣ προέδρων για να μην ψηφίσουν αποφάσεις που ήδη είχε ψηφίσει ο κλάδος στις ΓΣ των τοπικών ΕΛΜΕ, δε φτάνει που αποχώρησαν και από το συνέδριο της ΑΔΕΔΥ για να μην ψηφίσουν την ΑΠΕΡΓΙΑ-ΑΠΟΧΗ από την αυτοαξιολόγηση, ΠΟΣΟ ΠΙΑ ΘΑ ΞΕΠΟΥΛΑΝΕ τον κλάδο και τα αιτήματα του για προσωπικές-κομματικές επιδιώξεις;
Η Ενωτική Αριστερή Παρέμβαση εκπαιδευτικών ν. Ιωαννίνων καλεί :
- το ΔΣ της ΕΛΜΕ Ιωαννίνων να μην ακολουθήσει την τακτική της ομοσπονδίας, να πάρει ξεκάθαρα θέση καταγγέλλοντας όσα εξήγγειλε η υπουργός και να απαιτήσει από την ΟΛΜΕ συντονισμό και οργάνωση της αντίδρασης των εκπαιδευτικών
- το ΔΣ της ΟΛΜΕ να ανταποκριθεί επιτέλους στο ρόλο του και να προετοιμάσει τον κλάδο για την αντιμετώπιση της επίθεσης που ήδη συντελείται
- τον κάθε συνάδελφο και την κάθε συναδέλφισσα να συσπειρωθεί στο σωματείο και μέσα από συντονισμένη δράση να κάνουμε και αυτή την προσπάθεια του υπουργείου να αποτύχει